- Σαρδαναπάλου
- Σαρδανάπαλοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συμβιωτής — ὁ, ΜΑ [συμβιῶ, ώνω] μσν. μοναχός στο ίδιο μοναστήρι με κάποιον άλλο («συμβιωτής ἀδελφός») αρχ. 1. σύντροφος, εταίρος («Σαρδαναπάλου ἤ τῶν ἐκείνου συμβιωτῶν», Πολ.) 2. ευνοούμενος τού βασιλιά ή τού αυτοκράτορα τής Ρώμης 3. μέλος εταιρείας … Dictionary of Greek
ταρσός — I Πόλη της Τουρκίας στον νομό Ιτσέλ (Αδάνων) (160.150 κάτ.). Είναι χτισμένη ανάμεσα στα Άδανα και στη Μερσίνα και αποτελεί σημαντικό κέντρο οικονομικής δραστηριότητας. Η πόλη αυτή είναι αρχαιότατη και, σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε από τους… … Dictionary of Greek
Αρβάκης — (7ος αι. π.Χ.).Μήδος στρατηγός που κατέλυσε το ασσυριακό κράτος κατά την περίοδο της βασιλείας του τελευταίου βασιλιά των Ασσυρίων Σαρδανάπαλου … Dictionary of Greek
Ασσύριοι — Αρχαίος σημιτικός λαός εγκατεστημένος στη Μεσοποταμία κατά μήκος του βόρειου τμήματος του Τίγρη και των δύο παραποτάμων του, του Μεγάλου και του Μικρού Ζαμπ. Το ασσυριακό τρίγωνο –όπως αποκαλείται η περιοχή– προστατευόταν από οχυρά και από το… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
ιππικό — Στρατιωτικός όρος που αναφέρεται στην έφιππη στρατιωτική δύναμη. Ως μαχητικό όπλο το χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά οι Ασσύριοι (9ος αι. π.Χ.) και οι Πέρσες, ενώ αργότερα αποτέλεσε τμήμα των ελληνικών και ρωμαϊκών στρατευμάτων. Στους Ρωμαίους όμως … Dictionary of Greek
Κολντεβάι, Ρόμπερτ — (Robert Koldewey, 1855 – 1925). Γερμανός αρχιτέκτονας και αρχαιολόγος. Συμμετείχε στις ανασκαφές της Άσσου (1882 83), τα αποτελέσματα των οποίων δημοσίευσε αρχικά το 1902 και συμπληρωματικά το 1921. Συνέχισε τις αρχαιολογικές του έρευνες στη… … Dictionary of Greek
Ντελακρουά, Εζέν — (Ferdinand Victor Eugene Delacroix, Σεν Μορίς, Σαραντόν 1798 – Παρίσι 1863). Γάλλος ζωγράφος και χαράκτης. Ήταν ο αρχηγός της γαλλικής ρομαντικής σχολής και μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του ευρωπαϊκού ρομαντισμού. Γιος αντιπρόσωπου της… … Dictionary of Greek